History of the Prefecture of Thessalia

Η αρχαία Θεσσαλία
Η Θεσσαλία κατά την αρχαιότητα καταλάμβανε μία περιοχή από τον Όλυμπο μέχρι την Όίτη και τον  Μαλιακό κόλπο. Ήταν χωρισμένη σε έναν αριθμό φυλετικών κρατιδίων. Τα ισχυρότερα απ’ αυτά, η  Θεσσαλιώτιδα,η Πελασγιώτιδα, η Εστιαιώτιδα και η Φθιώτιδα συγκρότησαν μία κοινοπολιτεία γνωστή  ως κοινό των Θεσσαλών. Ο αρχηγός της κοινοπολιτείας ονομαζόταν Ταγός και επιλεγόταν ανάμεσα  στους τέσσερις ηγεμόνες των Θεσσαλικών κρατών. Όι Θεσσαλοί κυριαρχούσαν επίσης στα γειτονικά  κράτη των I Ιερραιβών στα βόρεια, των Αινιανών και των Μαλιέων στα νότια και των Μαγνητών στα  ανατολικά.

Όι Θεσσαλοί αναμίχθηκαν στον πρώτο ιερό πόλεμο που ξέσπασε με αφορμή τον έλεγχο του μαντείου των Δελφών και για σύντομο διάστημα (περίπου 20 ετών) κυριάρχησαν πάνω στους Φωκείς. Οι  Θεσσαλοί κατά τους Περσικούς πολέμους συμμάχησαν με τους Πέρσες. Μετά την ήττα των ΙΙερσών  έγιναν σύμμαχοι των Αθηναίων στάση που κράτησαν μέχρι τον Πελοποννησιακό πόλεμο. Η Θεσσαλία  απέκτησε δύναμη όταν έγινε ταγός ο τύραννος των Φερών Ιάσονας. Η περίοδος αυτή ήταν σύντομη και  τα επόμενα χρόνια η Θεσσαλία υποτάχθηκε στους Μακεδόνες του Φιλίππου.  Σημαντικότερες πόλεις της αρχαίας Θεσσαλίας τους ήταν η Λάρισα, οι Φερές, η Αρνη, οι Παγασές, οι  Φθιώτιδες Θήβες, η Φαρκαδόνα, η Φάρσαλος, η Κραννών, η Τρίκκη κ.α. [1]

Σημερινή Θεσσαλία

Με τον όρο Θεσσαλία στη σύγχρονη περιφερειακή κατανομή της ελληνικής ανθρωπογεωγραφικής  διασποράς, εννοούμε την ευρύτερη περιφέρεια και ιστορική-γεωγραφική περιοχή που βρίσκεται στο  ανατολικό τμήμα του ηπειρωτικού κορμού της κεντρικής Ελλάδος. Στη σύνθεσή της περιλαμβάνει τους νομούς Καρδίτσας, Λάρισας, Μαγνησίας και Τρικάλων. Η Θεσσαλία προσαρτήθηκε στην Ελλάδα το  1881.

Η συνολική της έκταση είναι 14.036 χλμ2, που αντιπροσωπεύει περίπου το 11% της συνολικής έκτασης της ελληνικής επικράτειας. Συνορεύει βόρεια με τις περιφέρειες της Δυτικής και Κεντρικής Μακεδονίας,  νότια με την περιφέρεια Στερεάς Ελλάδος, δυτικά με την περιφέρεια Ηπείρου, ενώ Ανατολικά βρέχεται από το Αιγαίο Πέλαγος.

Το έδαφος ως προς τη διαμόρφωσή του είναι 50% ορεινό-ημιορεινό και 50% πεδινό και στα όριά του  περιλαμβάνεται η πεδιάδα της Θεσσαλίας, η μεγαλύτερη πεδιάδα και σιτοβολώνας της ελληνικής  επικράτειας, που διαρρέεται στο άξονα ανατολή-δύση από τον ποταμό Πηνειό, το τρίτο μεγαλύτερο ποτάμι της χώρας. Στις ορεινές περιοχές περιλαμβάνονται ο Όλυμπος, το νότιο τμήμα της οροσειράς της Πίνδου, το βόρειο τμήμα των Αγράφων, η Όσσα, το Πήλιο και η Όθρυς. Ιδιαίτερης σημασίας γεωστρατηγικό και οικονομικό έργο στην περιφέρεια της Θεσσαλίας είναι η τεχνητή λίμνη του Ταυρωπού, η οποία δημιουργήθηκε ύστερα από απόφραξη της κοίτης του Ταυρωπού, παραπόταμου του  Αχελώου.

Το υπέδαφος της περιφέρειας Θεσσαλίας διαθέτει ορυκτό πλούτο, κυρίως χρωμίτη, θειούχα  μεταλλεύματα, αμίαντο, ιλμενίτη και κοιτάσματα λιγνίτη.  Μεγαλύτερη πόλη, αλλά και πρωτεύουσα της Θεσσαλίας, όπως και έδρα της Περιφέρειας Θεσσαλίας είναι η Λάρισα. Δεύτερη πόλη σε πληθυσμό ο Βόλος, που αποτελεί και το λιμάνι όλης της Θεσσαλίας.

Στη Λάρισα βρίσκεται ο τάφος του Ιπποκράτη;

Σύμφωνα με ιστορικές και αρχαιολογικές έρευνες, ο τάφος του Ιπποκράτη βρίσκεται στη Λάρισα και μάλιστα μεταξύ Τιρνάβου όπου το 1826 βρέθηκε κοντά στη Λάρισα μια πλάκα με το όνομα του Ιπποκράτη, το οποίο διασώθηκε από έναν φιλέλληνα Τούρκο μπέη!.. Κάποιοι λένε ότι ο τάφος του βρίσκεται κάτω από το αεροδρόμιο της Λάρισας…
Ο Ιπποκράτης ήταν η μεγαλύτερη διάνοια στον τομέα της ιατρικής στους χρόνους της αρχαιότητας. Υπήρξε από τους λίγους μεγάλους άντρες που η αξία τους αναγνωρίστηκε από τους σύγχρονούς του. Θεωρούνταν άνθρωπος μ’ εξαιρετικές ιατρικές ικανότητες, σεμνός, αφιλοκερδής και απαράμιλλος δάσκαλος. Όλες του αυτές οι ιδιότητες τον έκαναν γρήγορα διάσημο, όχι μόνο στον ελλαδικό χώρο, αλλά και στο εξωτερικό.   Γεννήθηκε στην Κω το 460 π.Χ. και πέθανε, κατά το Σωρανό, (επειδή η ακριβής χρονολογία του θανάτου του δεν είναι γνωστή) το 377 π.Χ. σ’ ένα σημείο μεταξύ του Τίρναβου και της Λάρισας. Αυτή φαίνεται και η επικρατέστερη εκδοχή για το θάνατό του, μια και το 1826 βρέθηκε κοντά στη Λάρισα πλάκα, όπου γραφόταν το όνομα του Ιπποκράτη που διασώθηκε από φιλέλληνα Τούρκο μπέη.
 Ο Ιπποκράτης θεωρήθηκε απόγονος του ίδιου του Ασκληπιού και συγκεκριμένα ο 17ος.   Σπούδασε στο ασκληπιείο της Κω, όπου και κατέλαβε το αξίωμα του αρχιερέα ασκώντας και διδάσκοντας ιατρική. Για τις πολύτιμες υπηρεσίες του στον τομέα της επιστήμης του, αλλά και για τις προσπάθειές του να ταξινομήσει συστηματικά την ιατρική και για την εισαγωγή μεθόδου στη θεραπεία, ονομάστηκε “ο πατέρας της ιατρικής”.
Σύμφωνα με το μύθο ο Ιπποκράτης πήγε στα Άβδηρα, για να γιατρέψει το Δημόκριτο που έπασχε από
ψυχικό νόσημα. Η επαφή αυτή του Ιπποκράτη με το μεγάλο αυτό σοφό άντρα χαρακτηρίζει όλη τη
μετέπειτα ζωή του γιατρού. Σ’ αυτή, καθώς και στις άμεσες και έμμεσες επαφές με τα μεγάλα πνεύματα της εποχής του, Σωκράτη, Πλάτωνα κ.ά. οφείλεται και η διαμόρφωση του αφιλοκερδούς χαρακτήρα του.
 Τελειώνοντας τις σπουδές του άρχισε μεγάλη περιοδεία που κράτησε 12 χρόνια. Κατά τη διάρκεια της
περιοδείας του έδειξε πάντοτε προθυμία να προσφέρει τις ιατρικές υπηρεσίες του, πολλές φορές μάλιστα χωρίς αμοιβή. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Αθήνα, δέχτηκε πρωτοφανείς εκδηλώσεις αγάπης και ο δήμος τον πολιτογράφησε Αθηναίο πολίτη.
Γυρίζοντας στην Κω διαδέχεται στο ασκληπιείο τον πατέρα του Ηρακλείδη, επίσης γιατρό και παραμένει εκεί γιατρεύοντας και διδάσκοντας, ώσπου, φτάνοντας σε μεγάλη ηλικία, άφησε τη διεύθυνση της σχολής στο γαμπρό του Πόλυβο και ξανάφυγε στη Θεσσαλία, όπου και πέθανε σε ηλικία 90 χρόνων.   Πεθαίνοντας άφησε 2 γιους, επίσης γιατρούς, το Θεσσαλό και το Δράκοντα. Από αυτούς ο Θεσσαλός έγινε βασιλικός γιατρός του Αρχέλαου της Μακεδονίας, ενώ ο γιος του Δράκοντας, επίσης γιατρός, ήταν προσωπικός γιατρός της συζύγου του Μ. Αλέξανδρου Ρωξάνης.
Ο Ιπποκράτης υπήρξε μια από τις πιο αγαπητές φυσιογνωμίες της εποχής του. Μεγάλοι φιλόσοφοι, όπως ο Πλούτωνας και ο Αριστοτέλης τον αναφέρουν στα έργα τους. Ο ξακουσμένος γιατρός της αρχαιότητας Γαληνός τον θεωρεί ως το μεγαλύτερο γιατρό των αιώνων και μεγάλο συγγραφέα.
Καταπιάστηκε μ’ όλους τους κλάδους της ιατρικής επιστήμης και σ’ όλους διέπρεψε. Ο Ιπποκράτης και οι μαθητές του συντέλεσαν πάρα πολύ στη συστηματοποίηση και το ανέβασμα της ιατρικής επιστήμης.

Οι ήρωες της Θεσσαλίας της Επανάστασης του 1821

ΚΑΡΑΙΣΚΑΚΗΣ

Ο Γεώργιος Καραϊσκάκης ή Καραΐσκος υπήρξε στην αρχή σπουδαίος αρματολός και στη συνέχεια κατέστη κορυφαίος στρατηγός της Επανάστασης του 1821. Το επίθετό του είναι μάλλον υποκοριστικό του Καραΐσκος όπου απαντάται ως οικογενειακό επώνυμο στις επαρχίες Βάλτου, Καρπενησιού, Φαρσάλων, Καρδίτσας, Βόνιτσας κ.α. Το δε επώνυμο Καραΐσκος είναι σύνθετο από τη τουρκική λέξη “καρά” και ‘Ισκος. Πιο συγκεκριμένα το κανονικό του επίθετο
όπως και του αρματολού πατέρα του ήταν ‘Ισκος αλλά λόγω της περήφανης και σκληρής προσωπικότητας που διαμόρφωσε στα δύσκολα και δυστυχισμένα παιδικά του χρόνια, προσδόθηκε – από όλους – σαν αντάξιο προσωνύμιο μπροστά από το επίθετο του, το ρήμα “Καρά” που σημαίνει μεγάλος και φοβερός. Το τελικό του επίθετο Καραϊσκάκης διαμορφώθηκε από το γεγονός ότι λόγω της Τουρκικής σκλαβιάς αναγκάστηκε από παιδί να γίνει κλέφτης στα
βουνά.
Γεννήθηκε στο Μαυρομμάτι της Καρδίτσας το 1782 και ήταν γιος του αρματολού του Βάλτου Δημήτρη ’Ισκου ή Καραΐσκου, από τη Δούνιστα (σημερινός Σταθάς Αιτωλοακαρνανίας) και της Ζωής Διμισκή ή Ντιμισκή, από τη Σκουληκαριά Αρτας, ανιψιάς του αρματολού των Ραδοβυζίων Γώγου Μπακόλα. Η μητέρα του, μετά τον θάνατο του Ιωάννη Μαυροματιώτη, που ήταν ο πρώτος σύζυγός της, έγινε καλόγρια. Ερωτεύτηκε όμως τον Καραΐσκο, και από τον κρυφό αυτόν δεσμό γεννήθηκε ο Καραϊσκάκης. ΓΓ αυτό και του έμεινε το παρατσούκλι «γιος της καλογριάς».

ΡΗΓΑΣ ΦΕΡΑΙΟΣ

Γεννήθηκε στο Βελεστίνο, τις αρχαίες Φερές, το 1757, από εύπορη οικογένεια. Από τη νεανική του ζωή τα μόνα γνωστά είναι αυτά που ίδιος αναγράφει στην Επιπεδογραφία της Φεράς νυν λεγομένης Βελεστίνος, που είναι στο 4ο φύλλο της δωδεκάφυλλης «Χάρτας της Ελλάδος», που είναι και ένας ύμνος στη γενέτειρά του. Το όνομα του πατέρα του ήταν «Κυρίτζης», όπως φαίνεται στο αυτόγραφο του Ρήγα σε βιβλίο αρχαίοι γεωγράφοι του 1571, που είναι στην Εθνική Βιβλιοθήκη Ελλάδος, συνηθισμένο όνομα στην περιοχή του Βελεστίνου, που διατηρείται μέχρι σήμερα. O πατέρας του ονομαζόταν Γεώργιος Κυρατζής ή Κυριαζής[2] (ο παππούς του Κωνσταντίνος Κυριαζής ή Κυρατζής από το Περιβόλι Γρεβενών εγκαταστάθηκε μόνιμα στο Βελεστίνο που είχε μεταβληθεί σε Περιβολιώτικη παροικία, στις αρχές του 18ου αιώνα.[3] Η εκδοχή αυτή αμφισβητείται διότι πουθενά δεν αναγράφει ο Ρήγας όνομα του παππού του. Επί πλέον οι ποιμένες Βλάχοι ξεχειμώνιαζαν στο Βελεστίνο και σύμφωνα με την πληροφορία του Άγγλου περιηγητή Ληκ του 1809 νοίκιαζαν τα σπίτια των Τούρκων που βρίσκονταν στο Τσιφλίκι και όχι στη χριστιανική συνοικία, όπου και το Σπίτι του Ρήγα). Σύμφωνα με τη συστηματική μελέτη «Όνομα και καταγωγή του Ρήγα Βελεστινλή» θεωρήθηκε ότι είναι ντόπιος, γηγενής και δεν είχε βλάχικη καταγωγή.[Σημ. 1]

Τα νεανικά χρόνια του Ρήγα Φεραίου είναι βυθισμένα στην αχλύ του θρύλου και είναι δύσκολο να ανιχνευθούν τα πραγματικά γεγονότα, όπως και ένα μεγάλο μέρος από τις δραστηριότητές του αργότερα. Αυτό οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι τα άτομα με τα οποία συνεργαζόταν συνελήφθησαν και εκτελέστηκαν, αλλά και οι περισσότερες από τις προκηρύξεις του καταστράφηκαν. Αργότερα η ανάγκη δημιουργίας εθνικών ηρώων του υπόδουλου έθνους, σε συνδυασμό με την έλλειψη σχετικής ιστοριογραφίας ανήγαγε πολλούς θρύλους περί του προσώπου του. Οι βασικότερες πληροφορίες για τον ίδιο και την οικογένειά του παρέχει ο Χριστόφορος Περραιβός που υπήρξε συνεργάτης του και συναγωνιστής.

Σύμφωνα με τον Χριστόφορο Περραιβό τα πρώτα του γράμματα λέγεται ότι τα διδάχθηκε από ιερέα του Βελεστίνου και κατόπιν στη Ζαγορά. Καθώς διψούσε για μάθηση, ο πατέρας του τον έστειλε στα Αμπελάκια για περαιτέρω μόρφωση. Όταν επέστρεψε, έγινε δάσκαλος στην κοινότητα Κισσού Πηλίου. Στην ηλικία των είκοσι ετών σκότωσε στο Βελεστίνο έναν Τούρκο πρόκριτο, επειδή του είχε συμπεριφερθεί δεσποτικά, και κατέφυγε στο Λιτόχωρο του Ολύμπου, όπου κατατάχθηκε στο σώμα των αρματολών του θείου του, Σπύρου Ζήρα.
Αργότερα βρίσκεται στο Άγιο Όρος, φιλοξενούμενος του ηγουμένου της μονής Βατοπεδίου, Κοσμά με τον οποίο και ανέπτυξε στενή φιλία.

Γεωργακης Ολύμπιος

 

Γεννήθηκε στο Λιβάδι Ολύμπου το 1772, γόνος της αρματολικής οικογένειας των Λαζαίων . Μέχρι την ηλικία των 25 χρόνων ο Γεωργακης ζει και μαθητεύει στη σχολή του Λιβαδίου. Από την οικογένεια του κληρονομεί μέρος του αρματολικίου του Ολύμπου, απ΄ όπου πήρε και την επωνυμία  ¨Ολύμπιος¨ . Αγωνίζεται στο πλευρό των Λαζαίων εναντίον του Αλή Πασά της Ηπείρου και στη συνέχεια συντάσσεται με τους Σέρβους, σε μία κοινή δράση των ομόθρησκων Βαλκάνιων λαών για αποτίωαξη της Οθωμανικής κυριαρχίας. Τα χρόνια αυτά παντρεύεται και αποκτά οικογένεια στη Σερβία. Κατά το Ρωσογαλλικό πόλεμο παρασημοφορείται με το παράσημο της Αγίας Αννης και μπαίνει στην υπηρεσία του Τσάρου. Αργότερα, μυημένος ήδη στη Φιλική Εταιρεία συμμετέχει στο κίνημα στη Βλαχία με τον Υψηλάντη, ο οποίος τον διορίζει Αρχιστράτηγο της Επιχείρησης στον Προύθο, εκτιμώντας όχι μόνο τις στρατιωτικές ικανότητες του νεαρού Λιβαδιώτη, αλλά και τις  ηθικές του αρετές. Στην ατυχή μάχη στο Δραγατσάνι η επέμβαση του αποδείχτηκε σωτήρια για πολλούς Ιερολοχίτες. Μετά την αποχώρηση του Υψηλάντη στην Αυστρία, αφού ενσωματώνει τις δυνάμεις του με εκείνες του Γιάννη Φαρμάκη από τη Βλάστη, κατευθύνεται δια μέσου της Μολδβίας προς την Ελλάδα. Στην πορεία ομως, μεγάκο τμήμα των δυνάμεων αποχωρεί, αφήνοντας τον Ολύμπιο μόνο, με 350 περίπου άνδρες. Καταδιωγμένος από Τουρκικες δυνάμεις του Σαλίχ Πασά, εγκλωβίζεται στο χώρο της Μονής Σέκκου στη ολδαβία μαζι με τοΓιαννη Φαρμάκη και τους λίγουςΙερολοχίτες που είχαν μείωει στο πλεύρο του. Εκεί στη Μονή Σέκκου, θα παιχτει η τελευταία πράξη, στις 22 Σεπεμβρη του 1821, με την εκούσια θυσία του Γεωργάκη και μιας χούφτας Ιερολοχιτων που έγιναν ολοκαύτωμα, παρασύροντας στο θάνατο κι έναν σημαντικό αριθμό αντιπάλων. Η θυσία ήταν αναπόφευκτη, οχί όμως και μάταιη. Η σημασια της είναι προφανής, καθώς η Υψηλή Πύλη έχοντας στραμμένη την προσοχή της στο κίνημα της Μολδβλαχίας, έχει  μαθυστερήσει σημαντικά την αποστολή στρατωμάτων στη Νότια Ελλάδα για την κατάπνιξη της μεγάλης επαναστατικής κίνησης, που εκεί μόλις γεννιεται.

Επαναστατική δράση

Στο Άγιο Όρος έμεινε πολύ λίγο. Ταξίδεψε στην Κωνσταντινούπολη, μετά από πρόσκληση του Πρέσβη της Ρωσίας για σπουδές, στην οικία του οποίου γνώρισε τον Πρίγκιπα Αλέξανδρο Υψηλάντη (1726-1806) μέγα διερμηνέα του Σουλτάνου και παππού του μετέπειτα αρχηγού της Φιλικής Εταιρίας, επίσης Αλέξανδρου Υψηλάντη (1792-1828). Στην Πόλη διεύρυνε τις σπουδές του στη Γαλλική, στην Ιταλική και τη Γερμανική γλώσσα. Όταν ο Υψηλάντης έφυγε για το Ιάσιο, προκειμένου να γίνει ηγεμόνας της Μολδαβίας, ο Ρήγας τον ακολούθησε. Διαφωνώντας με τον Υψηλάντη έγινε γραμματέας του ηγεμόνα της Βλαχίας Νικόλαου Μαυρογένη, αδερφό του παππού της Μαντώς Μαυρογένους και ταξίδεψε για το Βουκουρέστι έδρα της ηγεμονίας, όντας πλέον στην ηλικία των 30 χρόνων.

Στη Βιέννη συνεργάτες του ήταν κυρίως Έλληνες έμποροι ή σπουδαστές, αλλά οι σημαντικότεροι από αυτούς ήταν οι αδελφοί Πούλιου, από τη Σιάτιστα της Μακεδονίας, τυπογράφοι. Στο τυπογραφείο τους τύπωσε τον Θούριο και την Χάρτα που φιλοτεχνήθηκε από τον Αυστριακό λιθογράφο Φρανσουά Μίλλερ, την επαναστατική του προκήρυξη σε χιλιάδες αντίτυπα, προκειμένου να μοιραστούν στους Έλληνες των υπόλοιπων φιλελεύθερων περιοχών των Βαλκανίων, το Σχολείον των ντελικάτων Εραστών, το Φυσικής απάνθισμα, το Ηθικός Τρίπους, Το Σύνταγμα της Ελληνικής Δημοκρατίας,  Τα Δίκαια του ανθρώπου, καθώς και το Νέος Ανάχαρσις. Ο Ρήγας απέβλεπε στην απελευθέρωση και ενοποίηση όλων των Βαλκανικών λαών και φυσικά όλου του ελληνικού στοιχείου που ήταν διασκορπισμένο στην Ανατολή και τα ευρωπαϊκά κέντρα.

Source: Wikipedia

ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΠΛΑΣΤΗΡΑΣ

Ο Νικόλαος Πλαστήρας γεννήθηκε το 1881 στην Καρδίτσα και μεγάλωσε μέσα σε μια Αγραφιώτη οικογένεια με πλούσια ιστορική παράδοση, αφού οι πρόγονοί του πολέμησαν με τον Καραϊσκάκη. Άφησε την τελευταία του αναπνοή, στις 26.7.53, σκορπώντας θλίψη στο Πανελλήνιο.
Στην κηδεία του, όπως παρατήρησε δημοσιογράφος αντίπαλης προς τον Πλαστήρα εφημερίδας, παραβρέθηκαν άνθρωποι απ’ όλα τα κοινωνικά στρώματα και απ’ όλα τα πολιτικά κόμματα, πράγμα ασύνηθες για την τότε Ελληνική πραγματικότητα. Λίγες μέρες μετά την κηδεία του οι συγγενείς του κατέγραψαν τα περιουσιακά στοιχεία. Βρήκαν στην τσέπη του 216 δραχμές και δέκα δολάρια. Καμιά κατάθεση σε τράπεζα. Κανένα ακίνητο. Ούτε σπίτι δικό του δεν είχε. Τέτοιοι πολιτική βεβαίως στις ημέρες μας δεν υπάρχουν, μακάρι να τους ψάχνεις με το μικροσκόπιο. « Τα φάγαμε όλοι μαζί» σου λέγει ο Πάγκαλος, μη μου ζορίζετε θα σας πάρω όλους μαζί μου, λέει ο Τσοχατζόπουλος.

Ο Πλαστήρας εκτός από ικανότατος στρατιωτικός με πολιτική δράση, υπήρξε ένας υπέροχος άνθρωπος. Υπόδειγμα πατριωτισμού, τιμιότητας, αρετής, ανιδιοτελούς προσφοράς και απλόχερης ανθρωπιάς. Πολλές φορές ο μισθός του αθόρυβα και διακριτικά έφθασε σε ανθρώπους της ανάγκης και της φτώχειας. Ποτέ του δεν απόκτησε περιουσιακά στοιχεία και έμεινε στην ιστορία ως το χαρακτηριστικότερο παράδειγμα πολιτικού και στρατιωτικού που πέθανε “στην ψάθα”.
Τα στοιχεία αυτά τον έκαμαν ν’ αγαπηθεί απ’ τον απλό λαό όσο κανένας ίσως άλλος δημόσιος άνδρας, αλλά κι ο ίδιος ποτέ δεν αποστασιοποιήθηκε απ’ το λαό.  Πέρα όμως από την εθνική προσφορά του, ο Πλαστήρας συνέδεσε άρρηκτα το όνομά του με την περιοχή της Καρδίτσας, αν και ποτέ δεν μερολήπτησε υπέρ της ιδιαίτερης πατρίδας του.
Ο παραθεριστικός οικισμός “Νεράιδα”, ο δρόμος Καρδίτσα – Αγρίνιο (που όμως δεν ολοκληρώθηκε ποτέ), είναι έργα που φέρουν τη σφραγίδα του. Το σημαντικότερο όμως όλων είναι η σύλληψη της ιδέας και ο σχεδιασμός της ομώνυμης σήμερα λίμνης, η οποία αποτελεί καθοριστικό σημείο αναφοράς της οικονομικής, τουριστικής και κοινωνικής ζωής του Νομού.  Η Πολιτεία και Κοινωνία έχουν τιμήσει κατ’ επανάληψη την μνήμη του Ν. Πλαστήρα, με σειρά εκδηλώσεων, έργων και αποφάσεων.

Η τεχνητή λίμνη στην Καρδίτσα, το στρατόπεδο στη Λάρισα, το τρένο της Δυτικής Θεσσαλίας φέρουν το όνομά του. Στον τόπο καταγωγής του, το Μορφοβούνι, Αγράφων, πραγματοποιούνται από δεκαετίες οι πολιτιστικές εκδηλώσεις «Πλαστήρεια» ενώ το 1994 δημιουργήθηκε το Κέντρο Ιστορικών Μελετών «Ν. Πλαστήρας» με διάφορα τμήματα, στόχος του οποίου είναι η δημιουργία μονογραφικού Μουσείου Πλαστήρα. Με την εφαρμογή του «σχεδίου Καποδίστριας» στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, συστάθηκε Δήμος Πλαστήρα ο οποίος περιλαμβάνει τα ανατολικά παραλίμνια χωριά.

 

 

Κωνσταντίνος Οικονόμου ο εξ Οικονόμων

Ο Κωνσταντίνος Οικονόμου ο εξ Οικονόμων ήταν Έλληνας λόγιος και εκπρόσωπος του Νεοελληνικού διαφωτισμού. Γεννήθηκε στην Τσαριτσάνη της Θεσσαλίας το 1780. Γονείς του ήταν οι ευσεβείς και ενάρετοι Κυριάκός και Ανθή. Γράμματα έμαθε από τον πατέρα του, ο οποίος ήταν μορφωμένος και λόγιος πρεσβύτερος της εποχής του. Αυτός του έμαθε ελληνικά και λατινικά. Σε ηλικία δεκατριών χρονών έγινε αναγνώστης, και μετά από οκτώ χρόνια χειροτονήθηκε διάκονος. Λίγο αργότερα προχειρίστηκε Οικονόμος και ιεροκήρυκας της εκκλησίας.
Έκανε περιοδεία σε όλα τα χριστιανικά μέρη και στιγμάτιζε με τους λόγους του την πλεονεξία, με αποτέλεσμα να αιχμαλωτιστεί και να φυλακιστεί από τον Αλή Πασά. Αφέθηκε πάλι ελεύθερος και ακολούθησε το επάγγελμα του διδασκάλου.

  Διορίστηκε από την Μεγάλη Εκκλησία Έξαρχος Θεσσαλονίκης, και επίτροπος του Γεράσιμου, αρχιερέα της πόλης αυτής. Επί δύο χρόνια παρέμεινε στην Θεσσαλονίκη κηρύττοντας αδιάκοπα σε όλα τα σχολεία, στις συναθροίσεις και αλλού. Παράλληλα ασχολήθηκε με την μελέτη των φιλοσοφικών και μαθηματικών συστημάτων. Το 1809 ακολούθησε την πρόσκληση πολλών, και ερχόμενος στην Σμύρνη ίδρυσε μαζί με τον Κωνσταντίνο Κούμα το «φιλολογικό γυμνάσιο», στο οποίο δίδαξε την ελληνική φιλολογία και τα ιερά γράμματα.
Η επιτυχία της σχολής ήταν τόσο ραγδαία, που αναγνωρίστηκε ως δημόσιο ίδρυμα. Λόγω του φθόνου των συνανθρώπων του, ο Οικονόμος αναγκάστηκε να φύγει και να πάει στην Μυτιλήνη, και από εκεί στην Κωνσταντινούπολη ως «καθολικός ιεροκήρυξ της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας και πασών των ορθοδόξων του ελληνικού γένους εκκλησιών». Στην Κωνσταντινούπολη μυήθηκε στην Φιλική Εταιρεία.
Όταν με την έναρξη της επαναστάσεως οι Τούρκοι άρχισαν να κατακρεουργούν αθώους, άοπλους, γέροντες και γυναικόπαιδα, ο Οικονόμος δραπέτευσε από την Κωνσταντινούπολη και ζητώντας άσυλο σε κάποιο πλοίο βγήκε στην Οδησσό.

Στην Ρωσία τιμήθηκε με πολλές θέσεις. Εκλέχτηκε σύνεδρος παμψηφεί από τα μέλη της εκκλησιαστικής ακαδημίας της Αγίας Πετρούπολης. Εκλέχτηκε επίσης σύνεδρος από τα μέλη της γενικής Αυτοκρατορικής Ακαδημίας. Δέχτηκε πολλά και πολύτιμα παράσημα από τον Αυτοκράτορα της Ρωσίας, και από τον βασιλιά της Πρωσίας. Μετά την επανάσταση ήρθε στην Ελλάδα και εγκαταστάθηκε αρχικά στο Ναύπλιο και αργότερα στην Αθήνα. Απεβίωσε στην Αθήνα στις 8 Μαρτίου 1857. Γιος του ήταν ο Σοφοκλής Οικονόμος.

Όλυμπος

ΟΛΥΜΠΟΣ – ΟΙ ΨΗΛΟΤΕΡΕΣ ΚΟΡΦΕΣ
Από τα Πριόνια, είναι η μια από τις δυο εισόδους στον Εθνικό Δρυμό του Ολυμπου. Η έλλειψη δρόμων και το δύσβατο του βουνού αποθαρρύνουν τους εκδρομείς της Κυριακής που φτάνουν το πολύ μέχρι την ταβέρνα στο τέλος του χωματόδρομου. Εδώ δίνεται η μάχη του φαγητού και του πιοτού, μια μάχη που εύκολα κερδίζεται. Αντίθετα από τη μάχη της ανάβασης προς τις κορφές του βουνού που είναι σκληρή και αβέβαιη, γιατί ο Όλυμπος είναι δύσκολος και απρόβλεπτος. Η γειτνίασή του με το Αιγαίο,
το τεράστιο ύψος του και η πυκνή βλάστηση δημιουργούν μικροκλίμα τέτοιο που προκαλεί έντονα τοπικά καιρικά φαινόμενα.

Μπορεί να ξεκινήσει κάποιος με βερμούδα από το Λιτόχωρο και να πετύχει καταιγίδα ή και χιόνι Αυγουστιάτικα στα ψηλότερα σημεία του.  Εκκίνηση με συννεφιά, κάποιες πρώτες χοντρές σταγόνες που σμίγουν μες τα νερά του Ενιπέα. Ο θόρυβος του καταρράκτη στα αυτιά μας. Πυκνές οξιές, το «μονοπάτι της σιωπής», σκοτεινό και υγρό. Βήματα γρήγορα, μπας και προλάβουμε να φτάσουμε στα καταφύγιο πριν από τη βροχή. Κόσμος πολύς που ανεβοκατεβαίνει το μονοπάτι, γλώσσες διάφορες, όλες του κόσμου οι φυλές είναι εδώ, μαγεμένες από την αίγλη του βουνού. Είναι το πιο πολυσύχναστο από τα μονοπάτια μας, αλλά και το πιο καλά συντηρημένο. Όχι χάρη στις κρατικές υπηρεσίες βέβαια, αλλά χάρη στους ορειβατικούς συλλόγους και την ομοσπονδία τους. Και χάρη στους υπεύθυνους του καταφυγίου «Σπήλιος Αγαπητός» (ή καταφύγιο Α), γνωστότερο σαν καταφύγιο Ζολώτα που εδώ με μουλάρια ανεβοκατεβάζουν τις προμήθειες και τα υλικά που χρειάζονται για τη λειτουργία του από Μάιο έως και Οκτώβριο. Πάνω στην ώρα, να και μια ομάδα μουλαριών που πήρε τον κατήφορο. Ο ήχος των κουδουνιών τους μας προειδοποιεί να παραμερίσουμε για να περάσουν τα ζώα. Ακολουθεί ένα σύννεφο σκόνης.
Οι οξιές δίνουν τη θέση τους στο έλατο και στη συνέχεια στα μαύρα πεύκα. Ανηφορίζουμε κερδίζοντας συνεχώς ύψος. Όταν η κούραση γίνεται αισθητή, μικρά επίπεδα κομμάτια ανανεώνουν τις δυνάμεις μας. Να ήταν όλα τα μονοπάτια έτσι σοφά σχεδιασμένα!
Μετά από τα 1800 μ. αρχίζουνε τα ρόμπολα. Τεράστια πεύκα με χοντρέ ρίζες που σκάβουν το βραχώδες έδαφος αναζητώντας στήριγμα στις δύσκολες συνθήκες αυτών των υψομέτρων. Αιώνες τώρα αντιστέκονται στον άνεμο και τις χιονοστιβάδες που σαρώνουν την πλαγιά καθώς κατρακυλούν από τις κορυφές εκεί στα δεξιά μας. Από εκεί ακούγεται το μπουμπουνητό της επερχόμενης καταιγίδας. Λίγο πριν το καταφύγιο και ενώ βλέπουμε τον εξώστη του. Ούτε τα αδιάβροχα δεν προλάβαμε να φορέσουμε.
Μουσκεμένοι ως το κόκαλο περνάμε την πόρτα, εδώ, κόσμος πολύς συνωστίζεται γύρω από το αναμμένο τζάκι αφού στα 2100 μέτρα το κρύο είναι αισθητό ακόμα και το κατακαλόκαιρο.  Κοπάδια ανεβαίνουν τα σύννεφα από χαμηλά. Την μπόρα διαδέχεται άλλη μπόρα. Λάμπει για λίγο ο ήλιος και πάλι ξεσπά η καταιγίδα.

Ολοένα και περισσότεροι καταφθάνουν. Όλοι μουσκεμένοι από τη βροχή, τον ιδρώτα ή και τα δυο. Όλη τη νύχτα βρέχει.  Προβλέπεται ένα λαμπρό ξημέρωμα. Πράγματι, το πρωί της Κυριακής είναι μια μέρα για ορειβασία. Ανέφελη και διαυγής, με ένα αμυδρό, ψυχρό αεράκι. Το αεράκι των αλπικών περιοχών που θροΐζει στους θάμνους και τα φρύγανα. Και στα τελευταία ρόμπολα, πριν βγούμε στο βασίλειο της πέτρας.
Γύρω μας οι ψηλότερες κορφές του Ολυμπου: Αγιος Αντώνιος, Σκολιό, Μύτικας, Προφήτης
Ηλίας. Στις χαράδρες χιόνια αιώνια. Οι πάγοι και ο άνεμος κάνουν τα βράχια θρύψαλα. Πάνω σ’ αυτά τα βράχια περπατάμε τώρα.
Χαμηλά στ’ αριστερά μας ένα αγριοκάτσικο στέκεται ακίνητο. Είναι ένα από τα τελευταία του εξαίσιου είδους του που απέμειναν στο βουνό. Νιώθουμε τυχεροί που το είδαμε. Χαμηλότερα, καρφωμένη στο βράχο μια μικρή ταμπέλα για την Olga Huskic από το Βελιγράδι που σκοτώθηκε εδώ στα 37 της χρόνια.
Φτάνουμε στη Σκάλα (2882 μ.) είναι ότι πιο εντυπωσιακό έχει να δείξει ο Όλυμπος. Απέναντι μας ο Μύτικας, αριστερά μας το Σκολιό και στη μέση τα «Καζάνια», ένα ιλιγγιώδες βάραθρο εκατοντάδων μέτρων. Συχνά- πυκνά, σύννεφα αναδύονται από τα βάθη του, δικαιολογώντας την ονομασία. Πολύ κάτω δεξιά μας, στα «Ζωνάρια», περνά μια ομάδα ορειβατών. Ένας μικρός στρατός,
άρτια εξοπλισμένος, βαδίζει πειθαρχημένα στο στενό και απόκρημνο πέρασμα. Μπα, μάλλον προτιμώ τη δίκιά μας χαλαρή παρέα.


Και τους νεαρούς Γάλλους, που αν και δεν κατάφεραν να φτάσουν στην κορυφή, το κέφι τους περισσεύει (στα σακίδιά τους είχαν περισσότερο κρασί από ότι νερό).
Τώρα θα επιλέξουμε την κορυφή. Άλλοι θα πάνε Μύτικα (2918 μ.) και άλλοι στο Σκολιό (2912 μ.) η πρώτη εγκυμονεί κινδύνους, αλλά και ομορφιά απίστευτη. Δύσκολα περάσματα όπου αιωρείσαι στο κενό. Τότε γίνεσαι ένα με το βράχο παλεύοντας με τις αναστολές σου. Γιατί έχει πολλά να παλέψεις εδώ. Τη φοβερή φήμη του βουνού όπου τόσοι άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους.
Την πιθανότητα πτώσης βράχων από τους προπορευόμενους. Την κούραση της πολύωρης ανάβασης που κάνει τα βήματα ασταθή.  Ένα τυχαίο στραβοπάτημα, μια σαθρή πέτρα, μια λάθος εκτίμηση. Και όμως, είναι αυτή η προσπάθεια που κάνει τη διαδρομή μοναδική και όχι η κορυφή., και ας είσαι τώρα στο ψηλότερο σημείο της Ελλάδας. Και ας έχεις τον κόσμο κάτω από τα πόδια σου.

Λίμνη Πλαστήρα

Σχηματισμός της λίμνης

 Σχηματίστηκε το 1959 με την ολοκλήρωση του φράγματος στο νότιο άκρο της επί της αρχής του ποταμού Ταυρωπού ή Μέγδοβα, η δε ιδέα για την κατασκευή της αποδόθηκε στον στρατιωτικό και πολιτικό Νικόλαο Πλαστήρα, όταν το 1935 που επισκέφθηκε την γενέτειρά του, και είχαν σημειωθεί καταστροφικές πλημμύρες στη περιοχή και την Μακεδονία από συνεχείς βροχοπτώσεις, βλέποντας τον χώρο φέρεται να είπε πως “εδώ μια μέρα θα γίνει λίμνη”, απ’ όπου και το πιο γνωστό της όνομα.

Η χρηματοδότησή της έγινε από χρήματα που χρωστούσε η Ιταλία στην Ελλάδα (πολεμικές επανορθώσεις) και την κατασκευή ανέλαβε γαλλική εταιρεία. Σήμερα τη διαχείριση του φράγματος έχει αναλάβει η ΔΕΗ. Πριν την κατασκευή της λίμνης, υπήρχε στο οροπέδιο το λεγόμενο αεροδρόμιο Νεράιδας, που δημιουργήθηκε κατά την κατοχή από τους Άγγλους, όπου και προσγειώθηκε στην κατεχόμενη Ελλάδα το πρώτο συμμαχικό αεροπλάνο (Αύγουστος 1943).

Σημερινή εικόνα της λίμνης

Περιέχει 400 εκατ. κυβικά μέτρα νερού, έχει μέγιστο μήκος 12 km, μέγιστο πλάτος 4 km, η συνολική της επιφάνεια είναι 24 km2, ενώ το μέγιστο βάθος της είναι γύρω στα 60 m και το ανώτατο υψόμετρο της είναι 750 m. Το νερό της χρησιμοποιείται για άρδευση και ηλεκτροπαραγωγή, καθώς εκεί κοντά, στο χωριό Μητρόπολη, βρίσκεται και υδροηλεκτρικό εργοστάσιο ισχύος 129,9 MWatt, το οποίο τέθηκε σε λειτουργία στις 10 Οκτωβρίου του 1962. Τα τελευταία χρόνια η λίμνη έχει αξιοποιηθεί και τουριστικά, με αρκετές δραστηριότητες πάνω και γύρω από τη λίμνη.

Source: Wikipedia

Άγραφα

Τα Άγραφα είναι ιστορική περιοχή και οροσειρά της κεντρικής Ελλάδας, η νότια απόληξη της Πίνδου. Καταλαμβάνουν όλο το βόρειο τμήμα του νομού Ευρυτανίας και το δυτικό του νομού Καρδίτσας και χωρίζονται σε Θεσσαλικά Άγραφα και Ευρυτανικά Άγραφα. Η φύση των Αγράφων έχει χαρακτηριστεί ως μία από τις πλέον καθαρές περιοχές στον πλανήτη.[εκκρεμεί παραπομπή] Η ψηλότερη κορυφή τους είναι η Καράβα με υψόμετρο 2.184 μέτρα[1]. Συνολικά τα Άγραφα έχουν 7 κορυφές με υψόμετρο πάνω από 2.000 μέτρα[1]. Αυτές είναι η Καράβα (2.184 μ.), το Ντελιδίμι (2.163 μ.), το Βουτσικάκι (2.154 μ.), η Φτέρη (2.128 μ.), η Λιάκουρα (2.043 μ.), η Μαράθια (2.042 μ.) και τα Καλύβια (2.018 μ.)[1]. Επίσης έχουν πολλές άλλες με υψόμετρο πάνω από 1.900 μέτρα.  Τα βουνά των Αγράφων είναι δασωμένα. Σε μεγάλο υψόμετρο κυριαρχεί το έλατο. Από τα Άγραφα πηγάζουν οι ποταμοί Ταυρωπός και Αγραφιώτης.

Θεσσαλικά Άγραφα
Τα Θεσσαλικά Άγραφα αποτελούν το βόρειο τμήμα της οροσειράς των Αγράφων. Ανατολικά καταλήγουν στον Θεσσαλικό κάμπο. Ανήκουν κυρίως στον νομό Καρδίτσας. Η υψηλότερη κορυφή των Θεσσαλικών Αγράφων είναι η Καράβα με υψόμετρο 2.184 μέτρα, η οποία είναι και η ψηλότερη κορυφή ολόκληρης της οροσειράς[1]. Στην περιοχή των Θεσσαλικών Αγράφων βρίσκεται η λίμνη Πλαστήρα.

Source: Wikipedia

Μετέωρα

Πληροφορίες αναφέρουν ως πρώτο ασκητή οικιστή κάποιον Βαρνάβα που το 950-970 ίδρυσε τη πολύ
παλιά Σκήτη του Αγίου Πνεύματος. Ακολούθησαν η ίδρυση της Μεταμόρφωσης (1020) από κάποιον
Κρητικό μοναχό Ανδρόνικο και το 1160 ιδρύεται η Σκήτη Σταγών ή Δούπιανη.

Το όνομα Μετέωρα αποδίδεται στον κτήτορα της μονής Μεγάλου Μετεώρου τον Αγιο Αθανάσιο τον Μετεωρίτη, ο οποίος ονόμασε «Μετέωρο» τον Πλατύ Λίθο στον οποίο ανέβηκε πρώτη φορά το 1344.
Γενικά η μοναστική ζωή στα Μετέωρα σημείωσε ύφεση στα χρόνια της παρακμής και της πτώσης της βυζαντινής αυτοκρατορίας και της συνακόλουθης οθωμανικής κατάκτησης της Θεσσαλίας το 1393.
Ωστόσο από τα τέλη του 15ου αιώνα και κυρίως τον 16ο αιώνα τα Μετέωρα γνωρίζουν τη μεγαλύτερή τους ακμή καθώς ιδρύονται νέες μονές, καθολικά και μοναστηριακά κτίσματα, τα οποία κοσμούνται με
απαράμιλλης τέχνης αγιογραφίες.

Με την πάροδο του χρόνου η μοναστηριακή αυτή πολιτεία άρχισε να ενισχύεται με μοναχούς για να φθάσει στο απόγειο της ακμής της γύρω στον 17ο αιώνα. Όμως από την εποχή αυτή αρχίζει και η παρακμή με αποτέλεσμα σήμερα να λειτουργούν μόνο τα μοναστήρια της Μεταμόρφωσης, του Βαρλαάμ, του Αγίου Νικολάου του Αναπαυσά, του Ρουσάνου, της Αγίας Τριάδος και του Αγίου Στεφάνου καθώς και κάποια τμήματα ορισμένων άλλων ενώ τα υπόλοιπα έχουν εξαφανισθεί.

Τα Μετέωρα λόγω και της μορφολογίας τους, πρόσφεραν στη διάρκεια της Τουρκοκρατίας ιδανικό καταφύγιο για τον μοναχισμό και διέσωσαν μνημεία του πολιτισμού και έργα της μεταβυζαντινής τέχνης. Στις αρχές του 19ου αιώνα πολλά μοναστήρια λεηλατήθηκαν από τον στρατό του Αλή Πασά.

 Πηνειός

Πηνειός (μυθολογία)
Στην ελληνική μυθολογία με το όνομα Πηνειός είναι γνωστός ένας ποτάμιος θεός, γιος του
Ωκεανού και της Τηθύος (δηλαδή αδελφός των Ωκεανίδων) όπως όλοι άλλωστε οι ποταμοί κατά την ιδεοανθρωπόμορφη τότε αντίληψη. Ο Πηνειός κατοίκησε στη Θεσσαλία και ήταν ο θεός του ομώνυμου ποταμού.

Ο Πηνειός, ή Σαλαβριάς, είναι ποταμός της Θεσσαλίας. Οι πηγές του βρίσκονται στην Πίνδο. Δεχόμενος όλα τα νερά από τους συγκλίνοντες ακτινοειδώς παραπόταμους της Δυτικής Θεσσαλίας τα οποία άλλοτε σχημάτιζαν λίμνη και ρέοντας από τα στενά της Καλαμπάκας, που από τη διαβρωτική του ενέργεια δημιουργήθηκαν τα Μετέωρα, φθάνει στον θεσσαλικό κάμπο, όπου και διασχίζοντας το πέρασμα της περίφημης Κοιλάδας των Τεμπών, μεταξύ Ολύμπου και ’Οσσας, εκβάλλει τελικά στον Θερμαϊκό Κόλπο, δημιουργώντας το Δέλτα του κοντά στην
κωμόπολη Στόμιο.

Comments are closed